Τετάρτη, 6 Νοεμβρίου 2024

Ο Οδυσσέας Ελύτης γεννήθηκε σαν σήμερα

Share

Ο Οδυσσέας Ελύτης γεννήθηκε σαν σήμερα.

Ο νομπελίστας “ποιητής του φωτός” Οδυσσέας Ελύτης – Αλεπουδέλης (2 Νοεμβρίου 1911 – 18 Μαρτίου 1996).  Ο τελευταίος εκπρόσωπος της λεγόμενης “γενιάς του τριάντα”.
Έτσι γεννήθηκε το “Aξιον Εστί” το ποίημα που μιλά για «αυτόν τον κόσμο τον μικρό,τον Μέγα και τους καημούς της Ρωμιοσύνης.»

Ο Οδυσσέας Ελύτης

Το μόνο πράγμα που παίρνει μαζί του πεθαίνοντας ο άνθρωπος είναι το μικρό εκείνο μέρος της περιουσίας του που ίσα ίσα δεν ενδιαφέρει κανέναν άλλο.
Κάτι λίγες αισθήσεις ή στιγμές· δυο τρεις νότες κυμάτων, την ώρα που το μαλλί το παίρνει ο αέρας με τα γλυκά ψιθυρίσματα μες στο σκοτάδι· ολίγες μέντες από δυο κοντά κοντά βαλμένες ανάσες· ένα τραγούδι, βαρύθυμο, σαν βράχος μαύρος· και το δάκρυ, το δάκρυ της μιας φοράς, το για πάντα.
Όλα όσα, μ’ άλλα λόγια, κάνουν την αληθινή του φωτογραφία, την καταδικασμένη, να χαθεί και να μην επαναληφθεί ποτέ.
Τα Δημόσια και Τα Ιδιωτικά – εκδόσεις Ίκαρος

“Αξιον Εστί”

“Αξιον Εστί”, το επικό έργο ,το αριστούργημα που έμελλε να γίνει σταθμός στην ελληνική μουσική ιστορία και που η συνάντηση των δύο κορυφαίων δημιουργών του, του Οδυσσέα Ελύτη και του Μίκη Θεοδωράκη ήταν κανονισμένο από τη μοίρα να γίνει στου Λουμίδη το Σεπτέμβρη του ’60.
– “Τελείωσα το «Άξιον Εστί», το έργο της ζωής μου, νομίζω. Θα ΄θελα να σας το έστελνα κάπου, γιατί κάτι μου λέει ότι θα σας εμπνεύσει “είπε ο Οδυσσέας Ελύτης στο Μίκη Θεοδωράκη που απολάμβανε έναν ζεστό εσπρέσο, εκείνη τη στιγμή.
“Αφού τον ευχαρίστησα”, θυμάται ο Μίκης Θεοδωράκης “έγραψα τη διεύθυνσή μου στο Παρίσι και του την έδωσα : Rue de la Fontaine au Roi («Βασιλική Πηγή»!
Πιο συμβολική ονομασία δεν μπορούσε πράγματι να βρεθεί για κείνη την εποχή)”.
‘Έτσι συμφωνήθηκε να γίνει δια αλληλογραφίας η δημιουργία του επικού έργου το οποίο έμεινε στην ιστορία ως το ορατόριο που μιλά για τα πάθη αλλά και τις ελπίδες ενός βασανισμένου λαού, “τους καημούς και τις ελπίδες της Ρωμιοσύνης” όπως έχει πει ο  Μίκης Θεοδωράκης.
Ενώ ο Οδυσσέας Ελύτης θυμάται πως μετά την παραμονή του στην Ευρώπη μετά την κατοχή είδε πιο καθαρά το δράμα του τόπου μας. “Εκεί αναπηδούσε πιο ανάγλυφο το άδικο που κατάτρεχε τον ποιητή.
Σιγά-σιγά αυτά τα δύο ταυτίστηκαν μέσα μου.
Το επαναλαμβάνω, μπορεί να φαίνεται παράξενο, αλλά έβλεπα καθαρά ότι η μοίρα της Ελλάδας ανάμεσα στα άλλα έθνη ήταν ότι και η μοίρα του ποιητή ανάμεσα στους άλλους ανθρώπους – και βέβαια, εννοώ τους ανθρώπους του χρήματος και της εξουσίας. Αυτό ήταν ο πρώτος σπινθήρας, ήταν το πρώτο εύρημα.
Και η ανάγκη που ένιωθα για μια δέηση, μου ‘δωσε ένα δεύτερο εύρημα. Να δώσω, δηλαδή, σ’ αυτή τη διαμαρτυρία μου για το άδικο τη μορφή μιας εκκλησιαστικής λειτουργίας.
Κι έτσι γεννήθηκε το «Άξιον Εστί».

Περιεχόμενα

Διαβάστε περισσότερα

Άλλες ειδήσεις